- ἀσκληπιάδα
- ἀσκληπιάςswallow-wortfem acc sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Ἀσκληπιάδα — Ἀσκληπιάδᾱ , Ἀσκληπιάδαι masc nom/voc/acc dual Ἀσκληπιάδαι masc voc sg Ἀσκληπιάδᾱ , Ἀσκληπιάδαι masc gen sg (doric aeolic) Ἀσκληπιάδαι masc nom sg (epic) Ἀσκληπιάδᾱ , Ἀσκληπιάδης Asclepios masc nom/voc/acc dual Ἀσκληπιάδης Asclepios masc voc… … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ασκληπιάδα — η (Α ἀσκπληπιάς [ άδος]) [Ασκληπιός] όνομα φυτού της οικ. Ασκληπιαδίδαι (κοινή ονομασία αγιοκέρι) … Dictionary of Greek
Ἀσκληπιάδας — Ἀσκληπιάδᾱς , Ἀσκληπιάδαι masc acc pl Ἀσκληπιάδᾱς , Ἀσκληπιάδαι masc nom sg (epic doric aeolic) Ἀσκληπιάδᾱς , Ἀσκληπιάδης Asclepios masc acc pl Ἀσκληπιάδᾱς , Ἀσκληπιάδης Asclepios masc nom sg (epic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἀσκληπιάδαο — Ἀσκληπιάδᾱο , Ἀσκληπιάδαι masc gen sg (epic doric) Ἀσκληπιάδᾱο , Ἀσκληπιάδης Asclepios masc gen sg (epic doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἀσκληπιάδαι — masc nom/voc pl Ἀσκληπιάδᾱͅ , Ἀσκληπιάδαι masc dat sg (doric aeolic) Ἀσκληπιάδης Asclepios masc nom/voc pl Ἀσκληπιάδᾱͅ , Ἀσκληπιάδης Asclepios masc dat sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Liste des prénoms grecs — Sommaire 1 Origine des prénoms grecs 2 Attribution des prénoms 3 Fêtes 4 Transcription et translittération … Wikipédia en Français
κισσίον — κισσίον, τὸ (Α) [κισσός] 1. υποκορ. τού κισσός 2. το φυτό ασκληπιάδα … Dictionary of Greek